Μινυῶν

Μινυῶν
Μινύαι
fem gen pl
Μινύης
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Μινύων — Μίνυος fem gen pl Μίνυος masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ορχομενός — I Όνομα τριών μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Θυέστη, τον οποίο έσφαξε ο Ατρεύς μαζί με τους αδελφούς Καλαό και Αγλαό. 2. Γιος του Μινύα, γενάρχης των Μινυών, από τον οποίο πήρε την ονομασία της η ομώνυμη πόλη της Βοιωτίας, που ήταν πρωτεύουσα… …   Dictionary of Greek

  • Αγριώνια — Βακχική γιορτή, που γινόταν στον Ορχομενό της Βοιωτίας, τον Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο, ίσως κάθε τριετία. Κατά τον Πλούταρχο, η γιορτή είχε το παρακάτω τυπικό: γυναίκες έτρεχαν στα χωράφια και στα βουνά, αναζητώντας τον Διόνυσο. Ταυτόχρονα, με… …   Dictionary of Greek

  • Chersias — (Ancient Greek: Χερσίας) of Orchomenus (fl. late 7th c. BCE) was an archaic Greek epic poet whose work is all but lost today.[1] Plutarch presents Chersias as an interlocutor in the Banquet of the Seven Sages, making him a contemporary of… …   Wikipedia

  • άποικος — Μυθολογικό πρόσωπο, απόγονος του Μελάνθου. Επικεφαλής Ιώνων αποίκων εγκαταστάθηκε στην παραλιακή πόλη της Λυδίας Τέω, μέχρι τότε αποικία των Ορχομενίων Μινύων. Το παράδειγμά του ακολούθησαν και άλλοι Ίωνες και Βοιωτοί, οι πρώτοι με αρχηγούς τους… …   Dictionary of Greek

  • ασκάλαφος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Βασιλιάς των Μινυών του Ορχομενού, γιος του Άρη και της Αστυόχης. Μαζί με τον αδελφό του Ιαλμενό, ήταν ένας από τους μνηστήρες της Ελένης. Έλαβε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία και στον Τρωικό πόλεμο. Αντιμετώπισε …   Dictionary of Greek

  • μινυακός — ή, ό (Α μινυακός, ή, όν) [Μινύαι] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Μινύες ή στον Μινύα («μινυακά αγγεία» κατηγορία αγγείων που χρονολογούνται στη μεσοελλαδική και πρώιμη μυκηναϊκή εποχή και τα οποία ονομάστηκαν έτσι επειδή βρέθηκαν για πρώτη… …   Dictionary of Greek

  • μινυαμάχος — μινυαμάχος, ὁ (Α) αυτός που μάχεται κατά τών Μινυών. [ΕΤΥΜΟΛ. < Μινύαι + μάχος (< μάχομαι*)] …   Dictionary of Greek

  • νεφέλη — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Σύζυγος του Αθάμαντα, που ήταν βασιλιάς των Μινυών στον Ορχομενό της Βοιωτίας. Από τον γάμο αυτό είχε αποκτήσει τον Φρίξο και την Έλλη. 2. Σύζυγος του Ιξίωνα, ο οποίος είχε ερωτευτεί την Ήρα, και που εξαιτίας του ο… …   Dictionary of Greek

  • Αζεύς — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Εργίνου, γιου του Κλυμένη, βασιλιά των Μινύων. Ο Εργίνος πήρε μέρος στην Αργοναυτική Εκστρατεία, αλλά όταν γύρισε στον Ορχομενό, ήταν γέρος και άτεκνος. Ένας χρησμός τον συμβούλευσε να βάλει ένα νέο πέταλο στο γέρικο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”